Τα προβλήματα στη μικρή μας κοινωνία ξεκίνησαν από ένα φιστίκι Αιγίνης. Ήταν τότε που ως Πρωθυπουργός ο Κ. Μητσοτάκης έφερε τα συγκεκριμένα φιστίκια από την Αίγινα και τα παρουσίασε μπροστά σε όλους τους κατοίκους του χωριού στην κορύφωση της ομιλίας του στην κεντρική πλατεία. Λέγεται ότι ο Μητσοτάκης βάλθηκε να εισάγει τα εν λόγω φιστίκια εξαιτίας ενός ατυχήματος που είχε όταν πριν από 2 χρόνια είχε καταναλώσει καρυδόπιτα της περιοχής και του έσπασε ο αριστερός του κυνόδοντας. Μόλις τελείωσε την ομιλία του, όπου εξηγούσε τις ευεργετικές ιδιότητες των φιστικιών σε σχέση με τα ντόπια καρύδια, τα έβγαλε από τις τσέπες του με τα τις μεγάλες φούχτες του και τα πέταξε ψηλά στον αέρα, την ώρα που έσκαγαν χιλιάδες πυροτεχνήματα στον έναστρο ουρανό, ενώ ταυτόχρονα άρχισαν να βαράν τα νταούλια οι νταουλιέρηδες. Θαρρείς όμως πως τα φιστίκια είχαν σταθεί στον αέρα ακίνητα για αρκετή ώρα με έναν μαγικό τρόπο και ο Μητσοτάκης, ο οποίος φορούσε την κλασική του μπέρτα και το ημίψηλο καπέλο του και έχοντας καρφωμένο στα μούτρα του εκείνο το χαρακτηριστικό του χαμόγελο, τα κοιτούσε σατανικά και φυσικά αν δεν ήμουν εκεί και το έβλεπα, θα έλεγα ότι αυτά είναι χαζομάρες. Όμως ήμουν εκεί και έτσι έγιναν τα πράγματα. Οι χωριανοί μαγεύτηκαν από την ταχυδακτυλουργική αυτή κίνηση και ξέσπασαν σε ζητωκραυγές και χειροκροτήματα, ενώ από τον ενθουσιασμό τους ασπάζονταν μεταξύ τους στο στόμα. Το μάτι μου πήρε κάτι γέρους να τρέχουν προς τις νεαρές χωριατοπούλες να τις ασπαστούν και να τις χουφτιάσουν, ενώ οι θειές έβαζαν χέρι όπου μπορούσαν, ακόμη και στα γαυγίζοντα ζωντανά μην ελέγχοντας τις ορμές τους. Όλα αυτά συνέβησαν μέσα σε κάποια δευτερόλεπτα μέχρι τα φιστίκια να ξεπαγώσουν και να πέσουν στο έδαφος. Τότε σταμάτησαν τα νταούλια, τα πυροτεχνήματα και τα πασπατέματα έτσι πολύ ξαφνικά και τα βλέμματα όλων καρφώθηκαν στο έδαφος. Εκτός από του Μητσοτάκη, που συνέχιζε να χαμογελάει σατανικά. Ο καθένας παρατηρούσε και από ένα φιστίκι. Τα αδέσποτα κοπρόσκυλα του χωριού έτρεξαν να φάνε τα φιστίκια μη χάνοντας καθόλου καιρό. Μαζί και μερικά μούλικα, που μαζί με φιστίκια έβαζαν στο στόμα τους ότι βρωμιά μπορεί να υπάρχει σε μια χωριάτικη πλατεία. Ένας σκύλος λαίμαργος καθώς ήταν, πνίγηκε και άρχισε να βήχει και να γκαρίζει μέχρι που τα ξέρασε όλα. Ακολούθησε πανζουρλισμός. Σούσουρο, σταυροκοπήματα, οχλοβοή, μέχρι και ο Μητσοτάκης έκανε Οοοοοοο. Τότε ο σκύλος άρχισε να βήχει πνιχτά προσπαθώντας προφανώς να απαλλαγεί από κάτι που είχε κολλήσει στον λαιμό του. Ε μετά από αυτό, ο σκύλος έβηξε γαϊδουρινά. Τόσο γαϊδουρινά που ποιος άκουσε αυτόν τον σκυλόβηχα και δεν τον φοβήθηκε. Απο το στόμα του σκύλου ένα φιστίκι εκσφεντονίστηκε στο μάτι του παπά του χωριού με τέτοια σφοδρότητα, που το διαπέρασε και βγήκε από το αυτί του αλλάζοντας κατεύθυνση. Ο Μητσοτάκης βλέποντας την κατάσταση να βγαίνει εκτός ελέγχου ως ηγέτης της χώρας χρησιμοποίησε το πανίσχυρο σατανικό του χαμόγελο, ακινητοποίησε με μιας το φιστίκι και άρχισαν πάλι τα πυροτεχνήματα, τα χουφτώματα, τα γλωσσόφιλα, τα ταρατατζούμ και οι μαλακίες.
Ωραία όλα αυτά αλλά μέχρι που ήρθε πετώντας ο Σαμαράς με διαφορετική μπέρτα, αυτήν την τύπου μανδύα αρχαιοελληνικού και μόνο βρακί με ένα Μ(ή πλαγιαστό σίγμα κεφαλαίο που τον παίρνει, θα σε γελάσω) στα αχαμνά και κάλτσες από την Oxford st. του Λονδίνου των αγίων Οικονομολόγων και βροντοφώναξε πίσω από τα πελώρια εκείνη την εποχή φλωροματομπούκαλα. ‘Η Μακεδονία είναι μια αδιαίρετη, ομοούσια, τριαδική και Ελληνική ρε’. Ο Μητσοτάκης πήρε το βλέμμα και το σατανικό χαμόγελό του από το φιστίκι και το έριξε με όλη του την υπερδύναμη πάνω στον Σαμαρά μπας και τον ακινητοποιήσει. Όμως ο Σαμαράς, που είχε καθρεφτάκια στις γυαλούμπες του, ακινητοποίησε τον ίδιο τον Μητσοτάκη και ούρλιαξε ‘Εγώ φεύγω και θα κάνω νέο κόμμα’. Και τότε αλήθεια λέω όλοι οι χωριανοί εκεί που σχεδόν γαμιόντουσαν μετά νταουλιών και πυροτεχνημάτων, έβαλαν φουστανέλες, πήραν γιαταγάνια, εξέθρεψαν Βουκεφάλες, κατασκεύασαν επιτόπου ακαδημία ποδοσφαίρου με αποκλειστικό σκοπό την κατάκτηση Euro στο μέλλον και έκαναν παρέλαση να πάρουν τη Μακεδονία.
Έτσι έγινε.....αν θυμάμαι καλά. Μπορεί όμως να χα πιει και κάτι παραπάνω και εκείνο το βράδυ τώρα που το σκέφτομαι.